Χατζηθεοδοσίου Θεοδόσης
Χατζηθεοδοσίου Θεοδόσης
Γεννήθηκε στους Στύλλους, της επαρχίας Αμμοχώστου, στις 4 Αυγούστου 1923.
Συνελήφθη από τους Άγγλους στο σπίτι του, στις 18 Δεκεμβρίου 1957 και βασανίστηκε επιτόπου μέχρι θανάτου.
Γονείς : Γεώργιος και Ελένη Χατζηθεοδοσίου
Αδέλφια : Κυριάκος, Βάσος, Χαράλαμπος, Μιχάλης και Παναγιώτα
Ο Θεοδόσης Χατζηθεοδοσίου τελείωσε το δημοτικό σχολείο του χωριού του και εκπαιδευόταν, για να γίνει φαρμακοποιός. Επειδή όμως χρειαζόταν και ανώτερη μόρφωση για να τελειώσει τη φαρμακευτική και οικονομικοί λόγοι δεν του επέτρεπαν να συνεχίσει, ασχολήθηκε με τη γεωργία, για να προσφέρει μόρφωση στα μικρότερά του αδέλφια. Ο πατέρας του συνελήφθη στα Οκτωβριανά του 1931, βασανίστηκε και πέθανε λίγο αργότερα.
Με την έναρξη του αγώνα ο Θεοδόσης εντάχθηκε στην ΕΟΚΑ μαζί με τη μάνα και όλα του τα αδέλφια. Στο σπίτι τους συνεδρίαζαν οι αντάρτες και τα στελέχη της ΕΟΚΑ, φυλαγόταν ο πολυγράφος και εκτυπώνονταν φυλλάδια της ΕΟΚΑ. Στις 18 Οκτωβρίου 1957 ο Άγγλος ανακριτής Ντίαρ, τον οποίο αργότερα σκότωσε ο ήρωας Αλέκος Κωνσταντίνου, πήγε στο σπίτι τους για έρευνα. Η μητέρα του, προφασιζόμενη ότι θα έριχνε φαγητό στα ζώα, κατόρθωσε να αναμείξει στις τροφές τους έγγραφα του αγώνα τα οποία έφαγαν τα ζώα. Βρέθηκε όμως στο σπίτι ο πολυγράφος και ο Θεοδόσης βασανίστηκε επιτόπου μέχρι θανάτου, αρνούμενος να αποκαλύψει οτιδήποτε. Στη συνέχεια σύρθηκε στο δρόμο και με το πρόσχημα ότι επιχείρησε να δραπετεύσει πυροβολήθηκε από τους Άγγλους βασανιστές του.
Κατά την νεκροψία βρέθηκε μια μόνο σφαίρα, η οποία του διέτρησε την καρδιά, πέρασε το διάφραγμα, το άνω μέρος του νεφρού και σφηνώθηκε στη σπονδυλική στήλη σε θέση σχεδόν οριζόντια, ελαφρώς προς τα κάτω, γεγονός που αποδεικνύει ότι ο πυροβολισμός ρίφθηκε εκ των υστέρων, για να συγκαλύψει το θάνατό του από τα βασανιστήρια.
Ο αδελφός του Κυριάκος καταδικάστηκε σε ισόβια δεσμά, ενώ ο άλλος του αδελφός, ο Βάσος ήταν ήδη στη φυλακή εκτίοντας ποινή επτάχρονης φυλάκισης για τη δράση του.
Σύσσωμος ο πληθυσμός της περιοχής συνόδευσε την εκφορά του νεκρού και δάσος από ελληνικές σημαίες έκλιναν πάνω από τον τάφο του σε ένδειξη τιμής, ενώ ψαλλόταν ο εθνικός ύμνος.