Κωνσταντίνου Αλέκος
Κωνσταντίνου Αλέκος
Γεννήθηκε στην Κακοπετριά, της επαρχίας Λευκωσίας, στις 6 Οκτωβρίου 1936 και έζησε στην Αμμόχωστο.
Σκοτώθηκε στο χωριό Κούρδαλι της επαρχίας Λευκωσίας από έκρηξη βόμβας, στις 20 Ιουνίου 1958.
Γονείς : Κώστας και Ελπινίκη Κωνσταντίνου
Ο Αλέκος Κωνσταντίνου φοίτησε σε δημοτικό σχολείο της Αμμοχώστου, στο Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου και στο Εμπορικό Λύκειο Αμμοχώστου μέχρι την πέμπτη τάξη. Παρακολουθούσε ταυτόχρονα μαθήματα αγγλικής γλώσσας σε ινστιτούτο, πρώτευσε στις εξετάσεις και κατόρθωσε να προσληφθεί στον αγγλικό στρατό, εξασφαλίζοντας μια πολύ καλή θέση. Ήταν μοναχοπαίδι και έτρεφε υπερβολική αγάπη προς τη μητέρα του. Ο πατέρας του τους είχε εγκαταλείψει, όταν ο Αλέκος ήταν βρέφος.
Με την έναρξη του αγώνα εντάχθηκε σε ομάδα του εκτελεστικού της Αμμοχώστου. Στο σπίτι του γίνονταν οι συγκεντρώσεις της ομάδας και εκεί, με τη βοήθεια της μητέρας του, η ομάδα του έκρυβε και τον οπλισμό της. Λόγω της θέσης που είχε στο στρατό, ο Αλέκος έκανε παρέες με Άγγλους στρατιώτες, τους φίλευε στο σπίτι του και έτσι δεν κινούσε την υποψία ότι ήταν μέλος της ΕΟΚΑ. Στις 14 Απριλίου 1958, μαζί με συναγωνιστή του, είχαν το θάρρος να εμφανιστούν μπροστά στον σκληρό Άγγλο ανακριτή Ντίαρ και να τον πυροβολήσουν θανάσιμα, κοντά στον κινηματογράφο Ηραίο. Ο Ντίαρ βασάνιζε ανελέητα τους αγωνιστές της ΕΟΚΑ και προκαλούσε, ύστερα από επανειλημμένες απόπειρες εναντίον του, πως κανένας δεν μπορούσε να σταθεί μπροστά του και να τον πυροβολήσει. Του είχαν στήσει καρτέρι δίπλα από το Ηραίο. Οι συνοδοί του Ντίαρ, δυο στρατιώτες της στρατιωτικής αστυνομίας, καταδίωξαν τους δυο αγωνιστές, οι οποίοι κατόρθωσαν να διαφύγουν μπαίνοντας στο Ηραίο. Στη συνέχεια κατέφυγαν στο αντάρτικο, επειδή ο Ντίαρ πρόλαβε να δώσει περιγραφή τους προτού πεθάνει.
Στις 20 Ιουνίου 1958 ο Αλέκος Κωνσταντίνου συνόδευσε τον Παναγιώτη Γεωργιάδη στα Κούρδαλι, όπου μαζί με τους Κώστα Αναξαγόρα, Ανδρέα Πατσαλίδη και Παναγιώτη Γεωργιάδη σκοτώθηκε από έκρηξη νάρκης, την οποία προόριζαν για ενέδρα εναντίον των Άγγλων