Σάββα Μιχαλάκης
Σάββα Μιχαλάκης
Γεννήθηκε στο χωριό Ακάκι, της επαρχίας Λευκωσίας, στις 30 Ιανουαρίου 1932.
Σκοτώθηκε από Άγγλους στις 11 Μαρτίου 1957, στο Ακάκι.
Γονείς : Σάββας Χατζηκυριάκου και Ελένη Γιακουμή
Αδέλφια : Λευτέρης, Αυγούστα, Θεογνωσία, Κυριάκος
Ο Μιχαλάκης Σάββα (γνωστός και ως Μιχαλάκης Χατζηκυριάκου) τελείωσε το δημοτικό σχολείο Ακακίου και εργαζόταν ως σιδηρουργός. Κατατάχθηκε στην Οργάνωση από την αρχή του αγώνα και διακρίθηκε για την κατασκευή βομβών δικής του επινόησης, τις γνωστές τότε “νάρκες – κανονάκια” και χειροβομβίδες τύπου “Μιχαλάκη Σάββα”. Για εκρηκτικό υλικό χρησιμοποιούσε λίπασμα, τη νιτρική αμμωνία, ανάμεικτο με θειάφι και αλεσμένο κάρβουνο. Είχε δυο εργαστήρια για τις κατασκευές του, ένα στο Ακάκι και ένα στην Αυλώνα.
Τον Οκτώβριο του 1956 Άγγλοι στρατιώτες κατέβασαν την ελληνική σημαία από το καμπαναριό της εκκλησίας Ακακίου και την ξέσχισαν. Ο Μιχαλάκης τοποθέτησε άλλη στη θέση της, ναρκοθετώντας την. Όταν οι Άγγλοι στρατιώτες δοκίμασαν να την κατεβάσουν και πάλι, προκλήθηκε έκρηξη με αποτέλεσμα τον θάνατό τους.
Μεγάλες υπηρεσίες πρόσφερε και ως σύνδεσμος. Με το αυτοκίνητό του ( αριθμός εγγραφής Β674), μετέφερε καταζητούμενα πρόσωπα, όπλα και αλληλογραφία της Οργάνωσης σε ολόκληρο τον τομέα Μόρφου. Οι επιχειρήσεις και οι ενέδρες στις οποίες έλαβε μέρος, εκτείνονταν από το Ακάκι μέχρι την περιοχή των χωριών του Κοντεμένου και της Μύρτου. Από το Φεβρουάριο του 1957, όταν οι μαχητές της ΕΟΚΑ ενέτειναν τις δραστηριότητές τους στην περιοχή του, ο Μιχαλάκης Σάββα εγκατέλειψε σχεδόν τελείως την εργασία του, αφιερώνοντας όλο του το χρόνο στην εκτέλεση των διαταγών της Οργάνωσης.
Στις 10 Μαρτίου 1957 ο Μιχαλάκης με την ομάδα του επιχείρησαν ανατίναξη της μεγάλης γέφυρας του Σερράχη. Ο βροχερός καιρός δεν επέτρεψε καλή πυροδότηση και η επιχείρηση αναβλήθηκε. Την επομένη ο Μιχαλάκης πρόσεξε ύποπτη κίνηση των στρατιωτών και ίχνη από τα άρβυλά τους στο ποτάμι. Έστειλε συναγωνιστή του να ειδοποιήσει τους φρουρούς και σηματοδότες για οπισθοχώρηση και ο ίδιος πήγε προς τη γέφυρα να ελέγξει τις νάρκες, οπότε Άγγλοι στρατιώτες, που παραμόνευαν, τον πυροβόλησαν και τον σκότωσαν